Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΑΠ-ΝΔΦΚ ΑΤΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΩΝ ΑΤΕΙ

Οι μεταπτυχιακές σπουδές αποτελούν πλέον συστατικό στοιχείο της ανώτατης εκπαίδευσης. Η απόκτηση περισσότερων τίτλων, εξειδίκευσης και υψηλής κατάρτισης διασφαλίζει καλύτερους όρους μετάβασης στην αγορά εργασίας. Συνεπώς η ανάγκη για υψηλού επιπέδου μεταπτυχιακές σπουδές στην Ελλάδα είναι σήμερα περισσότερο επιτακτική παρά ποτέ.
Μέχρι πρόσφατα και σύμφωνα με την ισχύουσα ελληνική νομοθεσία, μόνον ένας κλάδος της Ανώτατης Εκπαίδευσης, ο Πανεπιστημιακός, μπορούσε να διοργανώνει αυτόνομα μεταπτυχιακά προγράμματα, ενώ ο Τεχνολογικός ήταν αναγκασμένος να συμπράττει με τα Πανεπιστήμια. Η σταθερή επιδίωξη της ΔΑΠ-ΝΔΚ για την αναγκαιότητα της θεσμοθέτησης διεξαγωγής μεταπτυχιακών προγραμμάτων από τα Τ.Ε.Ι αυτοτελώς δικαιώθηκε με τον πιο αναμφισβήτητο και ουσιαστικό τρόπο. Το 2008 επανακαθορίστηκε το θεσμικό πλαίσιο για τις μεταπτυχιακές σπουδές με την ψήφιση του νόμου. Έτσι, δόθηκε η δυνατότητα στα ΤΕΙ να προσφέρουν αυτόνομα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών ή και σε συνεργασία με πανεπιστημιακά τμήματα του εσωτερικού αφού πρώτα έχουν υποβάλει έκθεση αξιολόγησης.
Το νέο αυτό θεσμικό πλαίσιο έδωσε τη δυνατότητα στα Τ.Ε.Ι να θέσουν τις κατάλληλες βάσεις έτσι ώστε να αναπτύξουν τεχνογνωσία και καινοτομίες σε σύγχρονα τεχνολογικά επίπεδα. Έτσι υπάρχουν σήμερα τμήματα που προσφέρουν είτε αυτοτελή μεταπτυχιακά είτε σε σύμπραξη με ξένα Πανεπιστήμια του εσωτερικού ή εξωτερικού. Το ζήτημα, ωστόσο, της βιωσιμότητάς τους τίθεται πλέον έντονα. Ειδικά φέτος εν μέσω οικονομικής κρίσης αρχίζει η μεταβατική φάση που θα οδηγήσει τις μεταπτυχιακές σπουδές εν Ελλάδι σε άλλο καθεστώς λειτουργίας. Η αναζήτηση πόρων στην οποία θα οδηγήσει η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης θα διαμορφώσει το νέο πλαίσιο, βασικά χαρακτηριστικά του οποίου αναπόφευκτα θα είναι κατ' αρχάς οι συγχωνεύσεις (τυπικές και ουσιαστικές), ακολούθως η επιβολή ή αύξηση διδάκτρων (όπου προβλέπονται) και αναπόφευκτα τα ιδιωτικά κονδύλια. Δεν είναι τυχαίο ότι σε σχετική έρευνα, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές θεωρούν ως μεγαλύτερη απειλή για τα μεταπτυχιακά προγράμματα την ανεπαρκή θεσμοθετημένη χρηματοδότηση.
Τα προβλήματα όμως δεν εστιάζονται μόνο γύρω από το πεδίο των μεταπτυχιακών προγραμμάτων και την υποχρηματοδότησή τους. Ο θεσμός των μεταπτυχιακών προγραμμάτων είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τη δυνατότητα διεξαγωγής έρευνας. Εξάλλου ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα είναι ένα είδος έρευνας και εξειδίκευσης. Διεθνώς, ένα Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα έχει υποχρέωση προς την κοινωνία αφενός την παραγωγή νέας γνώσης και αφετέρου τη μεταφορά της νέας και υπάρχουσας γνώσης στους εκπαιδευόμενους. Είναι, λοιπόν, αυταπόδεικτο ότι ένα Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα πρέπει να διεξάγει έρευνα για την παραγωγή νέας γνώσης.
Στα ΤΕΙ έχει θεσμοθετηθεί η έρευνα ως αναπόσπαστο στοιχείο του προσανατολισμού τους και λειτουργούν Επιτροπές Ερευνών όπως και στα Πανεπιστήμια. Στις επιτροπές αυτές απαγορεύεται η διεξαγωγή έρευνας από τα μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού. Από τη μία πλευρά ο νόμος ζητάει υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα για την εκλογή μελών ΕΠ, όπως επιστημονικές δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά με κριτές, ομότιμες αναφορές στο έργο των υποψηφίων από άλλους ερευνητές και διεθνή αναγνώριση, συμμετοχή με αμοιβή σε ερευνητικά έργα, από την άλλη όταν αυτά τα μέλη εκλεγούν και καταλάβουν θέση μέλους ΕΠ στην ουσία τους “απαγορεύει” την έρευνα, καθώς ο θεσμός του ερευνητικού εργαστηρίου δεν υπάρχει για τα ΤΕΙ.
Είναι προφανές ότι το παράδοξο αυτό φαινόμενο πρέπει, επιτέλους, να αρθεί και να δοθεί η δυνατότητα στο ακαδημαϊκό προσωπικό των ΤΕΙ να συνεχίσει την έρευνα. Η δημιουργία προϋποθέσεων για Έρευνα είναι υψίστης σημασίας για την επίτευξη ανταγωνιστικών σπουδών με ολοκληρωμένο τρόπο, για την οργάνωση ολοκληρωμένου κύκλου μεταπτυχιακών καθώς και τη δυνατότητα λειτουργίας ερευνητικών εργαστηρίων στα τμήματα ή τις σχολές.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More